Ιδανικοί για τη φροντίδα βρεφών από τη φύση τους φαίνεται πως είναι οι άντρες, καθώς όπως ανακάλυψαν αμερικανοί επιστήμονες, τα επίπεδα της ορμόνης «τεστοστερόνη» που πυροδοτεί τις εξάρσεις της ανδρικής… παρόρμησης, φθίνουν άμεσα όταν κάποιος γίνεται πατέρας. Αποτέλεσμα της διαδικασίας είναι ο πατέρας να είναι περισσότερο αφοσιωμένος στην οικογένεια, αφού δεν θα έχει ορμονική ώθηση για σεξουαλικές επαφές.
Το έναυσμα για τη μελέτη ήταν όχι κάποια παρατήρηση στη συμπεριφορά του νέου πατέρα, αλλά η ομοιότητα του ανθρώπου με είδη ζώων, των οποίων τα αρσενικά αναλαμβάνουν τη φροντίδα των νεογνών τους.
Στο πλαίσιο της μελέτης, ειδικοί από το Πανεπιστήμιο Νορθγουέστερν στο Ιλινόι των ΗΠΑ έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 624 νεαρούς άνδρες έως 26 ετών πριν και μετά την απόκτηση απογόνων.
Αυτό που ανακάλυψαν, μέσα από εργαστηριακούς ελέγχους και σε συνδυασμό με την ενασχόληση που είχαν με τα βρέφη τους, ήταν ότι μόλις κάποιος γινόταν πατέρας, τα επίπεδα της τεστοστερόνης έπεφταν δραματικά. Μάλιστα, όσοι είχαν νεογέννητα μικρότερα των 30 ημερών, είχαν εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης. Επιπλέον, όλοι όσοι ασχολούνταν ιδιαίτερα με τη φροντίδα των βρεφών τους, είχαν ακόμη πιο λίγη τεστοστερόνη στο αίμα τους.
Οι ειδικοί το θεωρούν απολύτως φυσιολογικό να συμβαίνει αυτό, καθώς η φύση έχει προβλέψει ότι η τεστοστερόνη είναι υπεύθυνη για την ώθηση σε ερωτική πράξη με απόλυτο στόχο την τεκνοποίηση. Έτσι, από τη στιγμή που έρχεται το παιδί στη ζωή, δεν έχει και αιτιολογία ύπαρξης η ορμόνη στον οργανισμό και μάλιστα σε υψηλά επίπεδα. Τα νεογνά δηλαδή προκαλούν στους μπαμπάδες τους ένα τύπο «βιοχημικού ευνουχισμού».
«Όσο και εάν υπάρχει ως εντύπωση πως η μητέρα είναι αυτή που συνδέεται με το μωρό, επειδή κυοφορεί και θηλάζει και ότι ο πατέρας είναι εκτός αυτής της βιολογικής σχέσεις και οι άνδρες είναι τελικά βιολογικά προγραμματισμένοι γι’ αυτή τη σοβαρή ευθύνη», εξηγεί ο Κρίστοφερ Κουζάβα, ένας εκ των υπευθύνων της μελέτης. Ο ίδιος λέει πως «η πατρότητα και οι απαιτήσεις που έχει ένα βρέφος, προϋποθέτουν πολλές συναισθηματικές μεταβολές και σωματικές αλλαγές. Η έρευνα αποδεικνύει ότι η βιολογία του άνδρα μπορεί να αλλάξει σημαντικά ώστε να μπορέσει να εκπληρώσει τις απαιτήσεις που του επιβάλει η κατάσταση της πατρότητας».
Επιπλέον, οι ειδικοί εκτιμούν πως τα μειωμένα επίπεδα τεστοστερόνης μπορεί να παρέχουν προστασία στον οργανισμό έναντι αρκετών χρόνιων νοσημάτων, γεγονός που εξηγεί γιατί οι παντρεμένοι και οι πατεράδες γενικά χαίρουν καλύτερης υγείας, από τους συνομήλικούς τους διαζευγμένους ή εργένηδες.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας ο Δρ Άσλεϊ Γκρόσμαν από τη Βρετανική Ενδοκρινολογική Εταιρείας τα χαρακτηρίζει ως «εξελικτικά, αν αποδεχθούμε την άποψη ότι οι άνδρες με χαμηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης είναι πιθανότερο να είναι μονογαμικοί και να εμπλέκονται πιο ενεργά στην φροντίδα των παιδιών τους. Ωστόσο, είναι σημαντικό να ελέγξουμε σε βάθος τη σχέση των επιπέδων της τεστοστερόνης με την συμπεριφορά του άνδρα, πριν καταλήξουμε σε οριστικά συμπεράσματα.»
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences.
Το έναυσμα για τη μελέτη ήταν όχι κάποια παρατήρηση στη συμπεριφορά του νέου πατέρα, αλλά η ομοιότητα του ανθρώπου με είδη ζώων, των οποίων τα αρσενικά αναλαμβάνουν τη φροντίδα των νεογνών τους.
Στο πλαίσιο της μελέτης, ειδικοί από το Πανεπιστήμιο Νορθγουέστερν στο Ιλινόι των ΗΠΑ έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 624 νεαρούς άνδρες έως 26 ετών πριν και μετά την απόκτηση απογόνων.
Αυτό που ανακάλυψαν, μέσα από εργαστηριακούς ελέγχους και σε συνδυασμό με την ενασχόληση που είχαν με τα βρέφη τους, ήταν ότι μόλις κάποιος γινόταν πατέρας, τα επίπεδα της τεστοστερόνης έπεφταν δραματικά. Μάλιστα, όσοι είχαν νεογέννητα μικρότερα των 30 ημερών, είχαν εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης. Επιπλέον, όλοι όσοι ασχολούνταν ιδιαίτερα με τη φροντίδα των βρεφών τους, είχαν ακόμη πιο λίγη τεστοστερόνη στο αίμα τους.
Οι ειδικοί το θεωρούν απολύτως φυσιολογικό να συμβαίνει αυτό, καθώς η φύση έχει προβλέψει ότι η τεστοστερόνη είναι υπεύθυνη για την ώθηση σε ερωτική πράξη με απόλυτο στόχο την τεκνοποίηση. Έτσι, από τη στιγμή που έρχεται το παιδί στη ζωή, δεν έχει και αιτιολογία ύπαρξης η ορμόνη στον οργανισμό και μάλιστα σε υψηλά επίπεδα. Τα νεογνά δηλαδή προκαλούν στους μπαμπάδες τους ένα τύπο «βιοχημικού ευνουχισμού».
«Όσο και εάν υπάρχει ως εντύπωση πως η μητέρα είναι αυτή που συνδέεται με το μωρό, επειδή κυοφορεί και θηλάζει και ότι ο πατέρας είναι εκτός αυτής της βιολογικής σχέσεις και οι άνδρες είναι τελικά βιολογικά προγραμματισμένοι γι’ αυτή τη σοβαρή ευθύνη», εξηγεί ο Κρίστοφερ Κουζάβα, ένας εκ των υπευθύνων της μελέτης. Ο ίδιος λέει πως «η πατρότητα και οι απαιτήσεις που έχει ένα βρέφος, προϋποθέτουν πολλές συναισθηματικές μεταβολές και σωματικές αλλαγές. Η έρευνα αποδεικνύει ότι η βιολογία του άνδρα μπορεί να αλλάξει σημαντικά ώστε να μπορέσει να εκπληρώσει τις απαιτήσεις που του επιβάλει η κατάσταση της πατρότητας».
Επιπλέον, οι ειδικοί εκτιμούν πως τα μειωμένα επίπεδα τεστοστερόνης μπορεί να παρέχουν προστασία στον οργανισμό έναντι αρκετών χρόνιων νοσημάτων, γεγονός που εξηγεί γιατί οι παντρεμένοι και οι πατεράδες γενικά χαίρουν καλύτερης υγείας, από τους συνομήλικούς τους διαζευγμένους ή εργένηδες.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας ο Δρ Άσλεϊ Γκρόσμαν από τη Βρετανική Ενδοκρινολογική Εταιρείας τα χαρακτηρίζει ως «εξελικτικά, αν αποδεχθούμε την άποψη ότι οι άνδρες με χαμηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης είναι πιθανότερο να είναι μονογαμικοί και να εμπλέκονται πιο ενεργά στην φροντίδα των παιδιών τους. Ωστόσο, είναι σημαντικό να ελέγξουμε σε βάθος τη σχέση των επιπέδων της τεστοστερόνης με την συμπεριφορά του άνδρα, πριν καταλήξουμε σε οριστικά συμπεράσματα.»
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences.